πλάκινος

πλάκινος

πλάκινος, brettern, hölzern, mit einer Platte versehen, Diod. Zon. 2 (VI, 98), τρίπους.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πλάκινος — η, ον, Α ο κατασκευασμένος από μαρμάρινες πλάκες. [ΕΤΥΜΟΛ. < πλάξ, πλακός + κατάλ. ινος (πρβλ. ξύλ ινος)] …   Dictionary of Greek

  • πλακίνου — πλάκινος made of marble slabs masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλακίνῳ — πλάκινος made of marble slabs masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλάκα — I Αθηναϊκή συνοικία στους ανατολικούς και τους βόρειους πρόποδες της Ακρόπολης. Η συνοικία αυτή ήταν το κέντρο της Αθήνας από τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης ως τα τελευταία της βασιλείας του Όθωνα. Το όνομά της οφείλεται σε μεγάλη ενεπίγραφη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”