- πρωτο-κτόνος
πρωτο-κτόνος, zuerst tödtend, Aesoh. Eum. 688; – πρωτόκτονος, zuerst getödtet (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πρωτο-κτόνος, zuerst tödtend, Aesoh. Eum. 688; – πρωτόκτονος, zuerst getödtet (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολυκτόνος — ον, Α αυτός που φονεύει ή φόνευσε πολλούς, ο πολύ φονικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + κτόνος (< κτείνω «σκοτώνω, φονεύω»), πρβλ. πρωτο κτόνος] … Dictionary of Greek